Κίτρινα βράδια

Αυτά,γιατί όπου και να ήσουν καταλήγεις με ένα ΤΑΧΙ, στο λιμάνι, να γυρνάς. Και να χαζεύεις τα κίτρινα φώτα του, επειδή περιβάλλονται με λογοτεχνική ομίχλη. Μπούρδες.
Πλοία ετοιμάζονται, καντίνες, λαχταριστά βρώμικο φαγητό, μία Κυρία να ξεδιπλώνει το nylon σακουλάκι, που έχει μέσα τον καφέ της. Φραπέ στο παγούρι του '90-τον ετοίμασε για τον εαυτό της καμιά ώρα πριν.
Η ετοιμασία απέναντι στη δική σου απόσυρση. Βλέμματα που νομίζεις, ότι σε κατηγορούν, γιατί δεν δυσκολεύεσαι όσο αυτά.
Εμμονή δικού σου βλέμματος στη βρωμιά.
Σ'αυτή τη γωνία με την αδικαιολόγητη, λερωμένη βλάστηση να σπάει δειλά άρα σίγουρα το τσιμέντο. Γόπες, άδεια τσιγαρόκουτα, άδειες μπύρες, χαρτί. Χαρτί, που με το φως της μέρας ήταν ακμαίο, έλεγε κάτι. Κι άλλα ΤΑΧΙ.
Τα πρώτα αστικά ξεκινάνε. Ο οδηγός σου μιλάει.
"Εδώ δεξιά".



Εμμονή στη βρωμιά. Παρατηρείς λες και δεν ανήκεις, παρατηρείς λες και μόνο παρατηρείς. Σε βλέπουν αυτές που ονομάζεις περίεργες φιγούρες, σε βαφτίζουν κι εσένα έτσι. Και τότε ενσωματώνεσαι.
Εκεί καταλαβαίνεις, πως η ζωή είναι στην παρακμή, στην ασχήμια, εκεί που σέρνεσαι.
Στα κιλά, στο στραβό χαμόγελο, στην ατέλεια, το χαλασμένο παπούτσι. Τότε βλέπεις τους πραγματικούς ανθρώπους, την τραγική ύπαρξη.
Τελικά, το σκοτάδι δείχνει την αλήθεια.