Άνυδρα

[...]
Φορές-φορές, την ώρα που βραδιάζει, έχω την αίσθηση
πως έξω απ’ τα παράθυρα περνάει ο αρκουδιάρης
με την γριά βαριά του αρκούδα
με το μαλλί της όλο αγκάθια και τριβόλια
σηκώνοντας σκόνη στο συνοικιακό δρόμο,
ένα ερημικό σύννεφο σκόνη που θυμιάζει το σούρουπο
και τα παιδιά έχουν γυρίσει σπίτια τους για το δείπνο
και δεν τ' αφήνουν πια να βγουν έξω
μ' όλο που πίσω απ' τους τοίχους
μαντεύουν το περπάτημα της γριάς αρκούδας –
κι η αρκούδα κουρασμένη πορεύεται μες στη σοφία της μοναξιάς της,
μην ξέροντας για πού και γιατί –
έχει βαρύνει, δεν μπορεί πια να χορεύει στα πισινά της πόδια
δεν μπορεί να φοράει τη δαντελένια σκουφίτσα της
να διασκεδάζει τα παιδιά, τους αργόσχολους, τους απαιτητικούς
και το μόνο που θέλει είναι να πλαγιάσει στο χώμα
αφήνοντας να την πατάνε στην κοιλιά, παίζοντας έτσι το τελευταίο παιχνίδι της, δείχνοντας την τρομερή της δύναμη για παραίτηση,
την ανυπακοή της στα συμφέροντα των άλλων,
στους κρίκους των χειλιών της, στην ανάγκη των δοντιών της,
την ανυπακοή της στον πόνο και στη ζωή
με τη σίγουρη συμμαχία του θανάτου - έστω κι ενός αργού θανάτου -
την τελική της ανυπακοή στο θάνατο με τη συνέχεια και τη γνώση της ζωής,
που ανηφοράει με γνώση και με πράξη πάνω απ' τη σκλαβιά της.

Μα ποιος μπορεί να παίξει ως το τέλος αυτό το παιχνίδι;
Κι η αρκούδα σηκώνεται πάλι και πορεύεται
υπακούοντας στο λουρί της, στους κρίκους της, στα δόντια της,
χαμογελώντας με τα σκισμένα χείλια της στις πενταροδεκάρες
που τις ρίχνουνε τα ωραία και ανυποψίαστα παιδιά
(ωραία ακριβώς γιατί είναι ανυποψίαστα)
και λέγοντας ευχαριστώ. Γιατί οι αρκούδες που γεράσανε
το μόνο που έμαθαν να λένε είναι: ευχαριστώ, ευχαριστώ.
Άφησε με να' ρθω μαζί σου
[...]
Γιάννης Ρίτσος, Η σονάτα του σεληνόφωτος


http://bit.ly/qZSUsx











Ανταπόκριση συναυλίας

Στροφή στα φτηνά και δύσκολα, έρωτας και μέρα σου.
Αδυναμία συντονισμού με "θέλω να φιλήσω το ιδρωμένο δέρμα σου", απόσταση θεραπευτικά φαρμακευτική.

-Εμείς ακόμα κάνουμε προπόνηση! Θα σε πάρω μόλις τελειώσω! Θέλω να έρθεις μια μέρα εδώ, να δεις τι κάνω! Θέλω πολύ να έρθεις! (της έγραψε)
-Ναι, κι εγώ θέλω! (του απάντησε-αφού έχωσε υποκριτικά μεταγενέστερα ένα "πολύ" μετά την επιθυμία).

Την ώρα που επί σκηνής δίνεται μάθημα ένωσης, εσύ να βλέπεις την ψεύτικη εφαρμογή του σε γραπτό μήνυμα. Το κόστος της εξίσωσης του θαυμασμού με την κατοχή.
Του έρωτα με το "πιάνω".*
Γρίφος αστείος και λυμένος εκτός και αν η σωτηρία βρίσκεται σε αποστειρωμένα λευκά δωμάτια με έντονο κλιματισμό και κείμενα συντριβής. Ομολογίες κραυγής, ο λαιμός γεννάει αίμα, που με τη σειρά του παγώνει στο πέρασμα του χρόνου.
Και τώρα οι αναμενόμενες ανατριχιαστικές μορφές. Καθησυχασμένες μαινάδες, ακόμα λερωμένες, να μιλούν σε συχνότητα σχεδόν ψηφιακά ρυθμισμένη, εκφράζοντας τον απαραίτητο χαρακτηρισμό της συνθήκης. Ανά μία ώρα μετασχηματίζουν την ατμόσφαιρα σε μία λέξη, επικοινωνία άκρως φατική, επαρκής και όχι αναγκαία.
"Έρεβος" για αρχή. Με τα κρυσταλλένια κομματάκια αίματος, τις μνήμες, κατασκευάζουν τη νύχτα οικήματα για τα χέρια τους, αιχμηρές φυλακές, για να κρατηθούν εκούσες στο ίδιο σημείο αψηφώντας την ορμή για φόνο με το πρώτο φως.
*Το στέλνει, χορεύει, ιδρώνει, αγαπάει και κοιτάζει εξαιτίας συνειρμού τη φωτογραφία τους. Τη στιγμή που δηλώνεις εαυτό αμέτοχο στον κύκλο, βλέπεις πως υπάρχει η φωτογραφία σου μέσα στο πορτοφόλι της.
Μακάρι να μη μάθει ποτέ, πόσο σε έκανε να κλαις.


http://bit.ly/qeb30e