Non sibi

(patriae, ούτε καν)

Η στιγμή που αποφασίζεις, πως πρέπει να δώσεις. Ότι το νόημα είναι να συμπεριλάβεις και άλλους στο "σήμερά" σου. Το "αύριό" τους. Και ας λες, πως έχασες πολλά.
Ίσως γιατί ναι, ίσως πάλι, για να δικαιολογήσεις την προηγούμενη άτεγκτη στάση σου. Αλλά δεν είναι απλό-ΟΚ με την αναγνώριση του μοιράσματος, αλλά θέλω να σε δω όταν λες "δικό σου".

Πόσο,για πόσο,πώς,με τι αντάλλαγμα.
Δεν δίνεις, για να μην πάρεις.

Άλλοι δανείζουν με τόκο, άλλοι χωρίς, άλλοι εν λευκώ και άλλοι με τζίφρες. Αλλά σχεδόν κανείς δεν χαρίζει.

Εσύ,δοκίμασε και δώσε το αυτί σου, δώσε το μισό από τη διαστροφή σου,δώσε τη σάρκα σου σε απόλυτη διάθεση. Δεν είναι σεξουαλικό-αλλά είναι ο μεγαλύτερος οργασμός.
Νοητικός οργασμός.
Η ανείπωτη ηδονή του να αφήνεσαι, να γίνεσαι ενέχυρο εκών. Εδώ είναι η μαγκιά και η φθορά σου. Στην παράδοση άνευ όρων. Δεν αυτοενεχυριάζεσαι,όμως, για να σε ξεπληρώσουν, μα για να ζήσεις μέσα από την χωρίς όρους αποπληρωμής, κατάθεση του εαυτού σου.
Αλλά πέτα το κινητό σου στη θάλασσα.
Και κράτα 2. Άντε 3.