Ξύλινα τουφέκια

συμπλήρωμα σε Υπερθέαμα στο στερέωμα

Περπατάς και η μικρή σ'ακολουθεί σαν κατάρα και ασφάλεια. Το ίδιο και ο άνθρωπος με το καπέλο, το ίδιο και η γυναίκα με το μισό σώμα ερπετού-μπροστά και αριστερά, σαν ημερομηνία.
Προχωράς αδιαφορώντας, αφού κανένας δεν τους βλέπει, αλλά κάθε σου αποστροφή τους κάνει να μαίνονται για προσοχή και πάρσιμο. Έξω από το νεκροταφείο τα μάτια έχουν χαθεί, το αίμα ξεράθηκε και με την αναμονή της εκβολής της οδού
"ΙΣΩΣ ΤΩΡΑ" νιώθεις για πρώτη φορά, πως δε χρειάζεται θεός. Μπορεί να υπάρχει, μπορεί να κάνει κάτι, μπορεί να γελάει μπροστά από οθόνες. Σε κάθε περίπτωση δε χρειάζεται. 
Για το κορίτσι, ακόμα κι αν κλαίει σε κάθε στρίψιμο του βλέμματός σου, πρέπει να χώσεις το κεφάλι της στο χώμα.
Για το σχεδόν φίδι πρέπει υπομονετικά να το αφήνεις να σέρνεται, μέχρι την παραίτησή του.
Με τη σκιά μην παίξεις ακόμα. Είναι πίσω, σταθερά και ακόμα χρήσιμα. Προχώρα με οίηση αποκοπής της και με σιγουριά ακολουθίας της.



Σκέψου το σαν άνοδο ενώπιον μορφής θείου και να έχεις να δηλώσεις, αν τη χρειάζεσαι ή όχι και γιατί. 
Ανάμεσα σε αναμνήσεις, όνειρα, υλικά και καθημερινότητες εσύ θα δείξεις το πιο υβριστικό : τον άνθρωπο
Θα παραδεχτείς, πως η ύπαρξη του άλλου καταργεί την ανάγκη για το "άλλο". Η φυσική και η ποιητική - μόνες δραστηριότητες - παύουν όταν υπάρχει χέρι πρόθυμο για κράτημα. Σφιχτό, χαμογελαστό ή πρόσκαιρο. Χέρι και ματιές. Κοίταξε κατάματα όλα τα κατασκευάσματα του μυαλού και κατέβα σε ένα πάτωμα φθαρμένο, ποτισμένο από ενοχλητικό λήθαργο. Τα καταφέραμε. 

http://bit.ly/fBUbRB











Απόλυτη μάχη

Κοίτα έξω από το παράθυρο
Χάζευε, πόσο ετοιμόρροπο είναι το άρτιο αποτέλεσμα, από το κατασκεύασμα των μαλλιών, με λίγο αέρα
Χτύπα τα χέρια σου ρυθμικά στο γραφείο με τα ακουστικά κολλημένα στ' αυτιά

,

όταν

η τηλεόραση παίζει.
ουρλιάζει.
το σπίτι καίγεται εξαιτίας σου.


Για το περιττό και το εκπρόθεσμο
(παίξε με τη σειρά)









Λυτρωτικά ενδιάμεσα

Τα σφιχτά δεμένα παπούτσια και τα κατάλληλου ύψους σκεπάσματα. Το στεγνό πέλμα, η ιδανική υγρασία ανάμεσα στις παλάμες. Η προσδοκώμενη απεικόνιση.

Τα "ναι" για "συνέχισε". Η κατάλληλη τοποθέτηση των σωμάτων στο χώρο, ώστε να λειτουργήσεις οικεία ακόμα κι αν δεν τους έχεις ξαναδεί ποτέ.
Οι ταιριαστοί χρόνοι σε αξιολογική κατάταξη της κάθε κίνησης, από την ανώδυνη μεταφορά βιβλίων μέχρι το γύρισμα της σελίδας. Ο τόνος της φωνής που καλεί σε συνέχεια, αυτός που δέχεσαι χωρίς σφίξιμο των δοντιών.
Το "δικό σου" χιούμορ· η αίσθηση παρόμοιας οπτικής των μέχρι εδώ και η άξια χαμόγελου ίδια ερμηνεία.
Η ανάγκη να πλησιάσεις, η χροιά που δηλώνει προσιτή και σε μαλακώνει ανεπανόρθωτα. Το χαρούμενο βλέμμα, που πιάνεις να σε αφορά κατά τύχη με ευτυχία δευτερόλεπτου.
Αυτά τα βλέμματα που συμπληρώνουν όσα λέγονται και αυτά που αρθρώνουν αυθάδικα λόγο αυτοδύναμα στιφό.
Οι μουσικές των εμπνευσμένα δρομολογημένων γυρισμάτων, της κάλυψης των αναγκών του αυτιού-κάλυψη που μόλις συμβεί, δε χρειάζεσαι καν φαγητό.
Και αυτές της έλλειψης, πόσο θλιβερές και ξεχαστές.
Τα αταίριστα ενώματα της λέξης, σύνολα που σου καίνε την όψη, αλλά ξεδιπλώνουν τα μέσα κατασκευάσματα εκπληκτικά αναλυτικά.
Τα κενά, που τα μάτια σου μπορούν να γυρίζουν και να κερδίζουν το διάλειμμα, για να αντέχουν το γύρισμα.



Οι σιωπές. 
Όσες τροφοδοτούν το μετά, συνειδητοποιούν για σένα και γίνονται αποτελεσματικοί προωθητές για κατανάλωση.
Αλλά και οι άχρηστες, όσες συνεργάζονται να είσαι ρέκτης ακινησίας και παύσης.
Τα καινά κενά και οι ταλαντώσεις εαυτού.

http://bit.ly/hZWJCP









Θεατράλε αλλά μορτάλε


"Για μια σκηνή στο θέατρο
το είναι μου το αθέατο,

με πρόσταζε τα ρούχα μου να κάψω".

(Στο 3:40)











Κακέκτυπα

Ο Αντρέι Σιμιόνοβιτς ενώ είχε υποσχεθεί στο σκύλο του, τον Ορλόφ, να του δίνει κάθε μέρα από δύο λουκάνικα, αποφάσισε ότι σήμερα δεν θα το έκανε. Εκείνος του γάβγιζε συνέχεια γιατί πείναγε, μέχρι που ο Αντρέι Σιμιόνοβιτς φοβήθηκε πως μπορεί να τον δαγκώσει. Πήρε τότε αγκαλιά ένα θάμνο που περνούσε απ'έξω και τον κράτησε προσπαθώντας να προστατευτεί.
Τη δεύτερη μέρα, αφού ο Ορλόφ είχε φάει ολόκληρο το θάμνο, ο Αντρέι Σιμιόνοβιτς έδωσε τέσσερα λουκάνικα στο σκύλο του, κρέμασε τα παπούτσια του στον καλόγερο και πήγε στην αγορά για να πάρει άλλα δύο λουκάνικα.


Δανιήλ Χαρμς, "ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ"





Τέλος εποχής IV / Big bad woolf

[...]Η δυσφορία τις τελευταίες εβδομάδες του φαινόταν κάτι παραπάνω από ουσιώδης και αναγκαία. Έπρεπε με τις κινήσεις να στήσει συμπεριφορά δυναμικής "όλα είναι υπέροχα", τη στιγμή που κάθε πινακίδα με ενδείξεις χιλιομέτρων είχε την υποσημείωση "λάθος δρόμος". 
Δυσκολία να χαμογελάσει στο πρώτο βλέμμα της μέρας, ακόμα και να κινηθεί στοργικά ενώ απελπισμένα το ήθελε:
η παραλυτική δύναμη που καταργεί το σφοδρό της ανάγκης για προσφορά. 
Και θυμήθηκε της στιγμές απόσυρσης, τις απόκρυφες σημειώσεις, τα ύψη του "εγώ" και τη σημασία της αποκομμένης καλλιέργειας. Ένιωσε μετά την απελπισία τους. 
Τον φαύλο κύκλο του από εδώ για εδώ, της μη προσφοράς. 
Κάθε βλέμμα στραμμένο προς το παράθυρο ήθελε και το κατάργησε με ένα νοητό χαστούκι προς τη μεριά της και την θέληση της ψυχής να συνεχίσει κοιτώντας αριστερά, για να ακούσει. Κοιμήθηκε με πρωινό πλάνο κίνησης. 


Χαμόγελο, στήριγμα και ευθύνη στην αποφασιστική τροπή των πραγμάτων. 
Μπορούσε να την κάνει να γελάει ενώ οδηγούσε ή έστω να μην την κάνει να μετανιώσει για τα πριν. Και ξεκίνησε με μουσική που γράφτηκε με λίγη σκέψη και στη συνέχεια αιματηρά με λόγο. Έτρεχε, έτρεχαν.
Χωρίς απειλή για φρένο από μέσα. Τώρα έμεναν οι δαίμονες του κόσμου, οι απλοί μα ισχυροί.[...]

http://bit.ly/ifCZoB









Ναι,ο παράδεισος παρατράβηξε

Μερικά λεπτά διαύγειας και το "εκεί" έρχεται και τρακάρει πάνω στη μούρη σου.
Μετά από Βαλπουργία νύχτα ή -χειρότερα- πρωινό, καταλαβαίνεις ότι δεν μπορείς να μένεις άλλο εδώ αγκαλιά με ψηλά χούγια και διαφυγές. Νοσταλγικά μπορείς να κοιτάζεις τον αέρα να τσακίζει δέντρα κάτω από πάπλωμα και αναληθείς εξομολογήσεις κορμού ή μπορείς ακόμα ηδυπαθώς να βγεις και να κρατηθείς, για να σε πάρει.
Κάθεσαι άνετα με σκοπό ν'αναλυθείς, στέκεσαι απέναντι με το σημειωματάριο της προσπάθειας και ίπτασαι ελέγχοντας αν όλο αυτό γίνεται σωστά. Και εξηγείς τα επιτυχώς ιδωμένα, τις πρώτες γεύσεις, μουσικές και άλλες μαλακίες μέχρι που φτάνεις σε ό,τι αξίζει ν'αναλυθεί ως πρώτη εμπειρία:
ενοχή.
Η βάση της αίσθησης, πως μπορείς και σου αναλογεί να προκαλέσεις κακό, να πατήσεις το παντελόνι της σε ηλικία που αδιαφορεί για την "πληρωμή" και άτσαλα γνωρίζει το "χρωστάω". Μερικές συμπτώσεις μετά, νιώθεις το βάρος του "έκανα" και ψάχνεις να το πετάξεις κάπου κοντά, για να μη χρειαστεί να τρέξεις, να του χαρίσεις άλλο κόπο.
Φυγή στο επέκεινα ,λες, ψάξιμο στα πλάγια για πλάγια, ποιητικές λειτουργίες, άνομες λεξιπλασίες και δομές καταδικασμένες σε επανάληψη λόγω πείνας για πρωτοτυπία. Ψευτοκαλύπτεις, πετάς ένα "Ανήκω αλλού" και γελάς, γιατί η Πίτσα Παπαδοπούλου είναι παντού.
Ναι, αφού παίζεις σε τέτοια ύψη, όταν δέχεσαι και δεν φτιάχνεις τη διαφοροποίηση.
Και όλα καλά, και όλα δικά και σίγουρα πνευματώδη.
Μόνο που ξέχασες ένα κενό, φίλε.
Τότε που άνοιξες το φρεάτιο και αντί να ψάξεις κάτω από το σκατό χάζεψες το πόσο λυρικά υπέροχος είναι ο ασταθής ρυθμός απομάκρυνσης του λεωφορείου. Ακολουθώντας το τότε, ξέχασες ανοιχτό το καπάκι.
Το σιδερένιο, μαύρο, βαθιά χαραγμένο. Γύρνα, για να μπεις και να τελειώσεις ή να το σηκώσεις και να κλείσει.
Γύρνα, γιατί θες αποτέλεσμα. Απότομα.